Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

Γιώργος Βλάχος, Ποιήματα

Ι


Ε ί μ α ι τ ρ α γ ο υ δ ο τ ρ ο χ ι ά .
Τα κλαδιά σου Ελλάδα
με πλέξανε με νότες
και χειρονομίες εκατομμυρίων
μαέστρων .

Ι ν δ ο ί θ ε ο ί μ ε ο δ η γ ο ύ ν ε
να τραγουδήσω μόνος ,
απόμακρος από σύμμαχους μαστροπούς ,
την κατάρα των αιώνων .

Η μια νύκτα μετά την άλλη
γίνεται επέτειος αίματος .
Οι φλέβες μου ρουφάνε
τον παράνομο τύπο με τ' ασκί
του μιλιταρισμού
στο μέτωπο κάθε δρόμου .


Οι πλοίαρχοι εμπρηστές ψυχών
γεύονται έναν ύπνο γλοιώδη .
Ο προεδρός σου , πατρίδα ,
φθισικός από μάνα .

Το πληρωμά σου
μουγγή στρατιά λακέδων .
Τα δακτυλά μου ανιχνεύουν το μέλλον .
Κι εγώ αέναος πλοηγός της λευτεριάς .


ΙΙ

Τα πάντα με δονούν .
Η εποχή των παραισθήσεων
εγκυμονεί στο υπεροπτικό σου βλέμμα ,
κοινωνία γλοιώδη .

Το φθισικό σου χνώτο
συνέχεια της αναπηρίας των κάτω άκρων
σέρνει το χορό των σαλτιμπάγκων .


Η εκμετάλλευση τραγουδά και ξύνεται περήφανα
σ' έδρανα βουλευτικά
με την τραγιάσκα
της θεωρίας των ίσων αμνών...

Το σκυλί γαυγίζει και τρώει .
Τ' αγαπημένο μου σκυλί
είναι πολιτικός οραματιστής
με ιδιάζον κοστούμι .

Και τα σαγόνια του
να δουλεύουν με το ρυθμό
και την ανοχή βουρλισμένων εποχών .
Κι εγώ ένας αυτόχειρ
στο λεκανοπέδιο των χαφιέδων .


Βομβάη Απρίλης 1978
 
 
Νέα Υόρκη , Αθήνα , Πεκίνο ,
μαστούρα , μπαζούκας , πορείες
Του κόσμου τα νήματα λύνω
κι ακροβατώ σε ροζ ιστορίες .


Αστέρια , σταυροί και δρεπάνια ,
κοιλαράδες , φτωχοί , μανιφέστα
Τον κόσμο σταυρώνουν τσογλάνια
κι από πάνω ζητάνε τα ρέστα .

Σατανάδες , ντυμένοι ηγέτες ,
απ' τις οθόνες μοιράζουν καρβέλια
Την Ειρήνη βυζαίνουν ικέτες
και την αγάπη μου ντύνουν κουρέλια .

Στου πλανήτη το άδειο στομάχι
τα ζάρια τους ρίχνουνε φαύλοι ,
κι αναρωτιέμαι το τέλος που θα' χει
η παρτίδα που παίζουνε φαύλοι .


γραμμένο το 1990



ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ ( Τρυπώνω , ξετρυπώνω )


Τρυπώνω , ξετρυπώνω - δεν έχει σημασία -
Είμαι ένα ποντίκι και μπαίνω στην ουσία .
Τη γάτα δεν φοβάμαι που λένε εξουσία ,
Γιατί είμαι ένα πλάσμα με ανεξαρτησία .


Παρ' όλο που τη φάκα της τη λεν λογοκρισία ,
Σε κάθε της ατόπημα μιλώ με παρρησία .
Κι αυτή μου αντιστέκεται με την υποκρισία
Και το τρελό της έρωτα με την αποστασία .

Τα όργανα μου ζάλισε με τη νομοθεσία ,
Αυτή που πάντα έζησε με την ασυδοσία .
Και τίποτα δεν έμαθε για τη λεηλασία
Του τόπου που μαράζωσε και κάνει την Οσία .


γραμμένο το' 91

[ Διαβατήριο ]

Διαβατήριο επήρα απ' τον Καιάδα
και κάνω ένα ταξίδι στη Ελλάδα
Βλέπω στο μπαλκόνι τη Θοδώρα
οι μάγοι να μοιράζονται τα δώρα

την Επάρατο να έχουνε καπέλο
και ο ΄Ηλιος τσάρκα σε μπορντέλο
το αστέρι να λουφάζει στη γωνία
τραγουδάει μ' ένα βάρδο ''αγωνία''.

Είμαι ο παρθενικός υμένας
της μέρας που δε γνώρισε κανένας .
Τραγουδιστής από τους λίγους
για τα παιδιά και τους κολλίγους .

Οι άνθρωποι γλεντάνε στα μπουζούκια
να ξεχάσουν της ημέρας τα παλούκια
της κάλπης να πληρώνουν το χαράτσι
και μαγνητόφωνα να κλέβουνε οι μπάτσοι

οι αφίσες σα σκυλιά να μου γελάνε
τα παιδάκια με τις σύριγγες μιλάνε
τα δέντρα πολυτέλεια στο δάσος
κι αποφράξεις του άστεως ''Ο ΑΣΣΟΣ''.

Είμαι ο παρθενικός υμένας
της μέρας που δε γνώρισε κανένας .
Τραγουδιστής από τους λίγους
για τα παιδιά και τους κολλίγους .

Το τσιγάρο πως βλάπτει την υγεία
να ειδοποιούν τ' αρμόδια υπουργεία .
Φούμαρα πουλάνε οι φυλλάδες .
Κι έχουν στερέψει από γάλα οι μανάδες .

Τους εργάτες έχουν βάλει σε πακέτο .
Οι εργοδότες απειλούνε με λουκέτο .
Και ταξιδεύω σ' ένα ξέφραγο αμπέλι
που η ακρίδα τους έφαγε το μέλι .


Γραμμένο στο αγκυροβόλιο του
Maracaibo 1990



Τα ποιήματα από τη συλλογή :ΜΕΣΑ ΣΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟ ΤΕΤΡΑΒΑΓΓΕΛΟ
Αθήνα 2000

 
[΄Ενας άγιος ήλιος ]


Στον ποιητή Μάρτιν Κάρτερ

΄Ενας άγιος ήλιος
σεργιάνι βγήκε στη βρετανική Γουιάνα
Σκάλισε με τα χέρια του
το χώμα και είδε
Τα σύννεφα να δαγκώνουν τη ζούγκλα
η βροχή να ματώνει τα δάση
και το ποτάμι με το καμένο νερό
στον Αμαζόνιο να ψάχνει τ'ονομά του .

Τον ποιητή Μάρτιν Κάρτερ
στον ορυζώνα των άστρων
να σηκώνει τα χέρια .

Πίθηκοι , κροκόδειλοι , φίδια
ν'αποθανατίζουν το μέλλον
με αόρατο δάκρυ .
Δημοκρατία φωτογραφίας
Μεσίστιες σημαίες στη ράδα
του George Town

΄Εγχρωμα κουνούπια
σε δρόμο του New Amsterdam
West Indies σήμερα .

Μια κατσαρίδα στο τηγάνι του χρόνου η τέχνη
κι εγώ , το απειροελάχιστο τεμαχίδιο της ύλης
πλοηγός σε καταπράσινο σκαρί .

΄Οταν την ιστορία σε καφάσια
της προβλήτας στοιβάζουν ,
ξυπόλυτα δέντρα κόβουν τις φλέβες τους ,
γυναίκες , ιεραπόστολοι και μαυράκια
σε λιτανείες προσεύχονται .
Ο βωξίτης περήφανος ηγεμόνας ,
χαμογελάει τα βράδια .


6-12.4.2001

 
 
Κρεολένια μαργαρίτα του πλανήτη,
μιγάδα του έρωτα,
αναδυόμενη άνοιξη,
απ'του βυθού σου τα μονοπάτια
και τις αρμύρας σου την ανάσα
ήλιος σταυροφόρος
χαμογελάει.


Κρεολένια μαργαρίτα του πλανήτη,
άστρο μεσημεριού,
νεραιδοκοτυλήδονη μέρα,
στο αρχιπέλαγος των ματιών σου
κοραλένια άστρα ταξιδεύουν

Μπαλαρίνα στων ανέμων το πέρασμα.
Εκατομμύρια γαλαξίες χορεύουν
στο νεύμα των χειλιών σου.
΄Οταν ο Saturn φιλάει την Ανδρομέδα,
ο Betelguese τα λέει με το Marques
στις αλυκές σου .

Οι ποιητές σου αναδυόμενοι προφήτες.
Και όταν ο ουρανός σου κλαίει βροχή
οι πειρατές σου δίνουν στασίδι
στον έρωτα να ξαποστάσει.


[ Η επανάσταση ... ]


Η επανάσταση κοιμάται στο σαρκίο της
οι επαναστάτες σε χωματερές
τραγουδάνε τη διεθνή.
Τα παιδιά στα χαλίκια
μιας παραλίας αγνώστου
διαβάζουν το μέλλον
κι εγώ λογιστής πολυεθνικής
ζυγίζω στα χαρτιά μου $.


9-7-2000

Τα ποιήματα από τη συλλογή: Δεν έχω visa για την ελευθερία