Σάββατο 3 Μαρτίου 2012

Γιάννης Στίγκας, δύο ποιήματα



 

Αυτό κουρδίζει μόνο του

 Τόσο πολλά γρανάζια
που δεν θα βρω ποτέ
πώς μάτωσε η Άνοιξη
                                  και φτύνω
το παιδικό μου πράσινο
το τελευταίο κουμπί του ονείρου


Γυμνά τα πράγματα
                        συμβαίνουν γρηγορότερα
με το που κάνεις την αρχή
                        σ' οσμίζεται το τέλος


είναι μια μαύρη λιτανεία η Άνοιξη
και με κλοτσάει να γίνω


ολόκληρη η δίψα μου


-κι ας πουν ότι πρόκειται για παρένδυση-


Δεν θέλω πια να με λένε Γιάννη


                  θέλω δυο δράμια
                   κάτασπρη τύχη
                                           ας είναι έστω

                                                                και κάθε Τετάρτη







Ποτέ μη βάζεις την άνοιξη σε παρένθεση
είναι δύο σύρματα μέσα μου
τα ενώνεις
κι ανάβει το τίποτα



Τραβώντας την περόνη του φωτός
μου εξερράγη ο άγγελος


εκεί να δεις γυαλιά και πούπουλα
αλλά από θαύμα γλίτωσα


μόνη εκδορά η μνήμη μου
και λίγο που (την Άνοιξη) χωλαίνω


Κατά τα άλλα


κοιμάμαι κανονικά


δουλειές παιδιά


         καλά


έχει περόνη και το σκότος;


                   *


Άμα πεινάει το θαύμα
                              λάμπουνε και τα ψέματα


για να με ξαναβρείς
                             στο χρόνο μπρούμυτα


παίζει εκείνος με τα σύρματα


αρέσουν και στους δυο μας


                       *


Δεν τρέμουν πια τα χέρια μου
κι αυτό να σας τρομάζει