Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2011

Tζοκόντα

















Κάπου στον κόσμο μέσα σε μια λάμπα κόκκινη
Χωρίς νερό
Ο βροχοποιός ψιθύρισε σε ΙΝΤΟ~spooky συλλαβές
Άπλωσε τις μαύρες πλερέζες στα αγκαθάκια της
-σκεπασμένα από χιόνι-να στεγνώνουν.
Με αυτοτελείς κινήσεις-απαντήσεις διορθώνει λίγο τη λαιμητόμο
Για την αποπεράτωση της σκαπάνης που κράταγε χρόνια-περισσότερα
Από τα έργα του Μετρό.


Η κακομάθεια έχει συχνά τέτοιο αποτέλεσμα
Ορισμένες νύχτες που φοράς μαύρη κορδέλα στο κενό
Και πιπιλίζεις
Καραμελωμένα αμύγδαλα τόσο που το σκούρο καφέ
Της σοκολάτας γίνεται αργυρόλευκο πάθος


Η Άλισον με μαύρο λουστρίνι πέδιλο στο αριστερό
Που ο φελλός του στηρίζει και συγκρατεί έναν κουτσό-ασταθή βηματισμό
Σαν παλμό καρδιάς με αρρυθμία
Στο αριστερό λευκό με πανύψηλο τακούνι που βαθμιαία βαθαίνει
Στο μαλακό χώμα υπονομεύοντας νύχτες ήμερου ύπνου και άρα τρυφερών ονείρων.
Πηγαίνει προς εκείνο το στέλεχος της ερημιάς που ακαριαία αποκολλάται
Από την εστία που κάνει σκόνη το χρυσό.


Ήταν σίγουρη πως εκεί κατοικούσε χρόνια η Τζοκόντα.
Πάσχοντας από το Σύνδρομο της Στοκχόλμης-παραβλέποντας τον κίνδυνο
Βραχυκυκλώματος.


Ο βροχοποιός συνέχισε κάπως απαθής να ξεριζώνει κεραίες από
Τα μαμούνια και τις πεταλούδες κι αυτά τυφλά τρέχουν για τον αγώνα επιβίωσης.


Ώσπου τον Ιανουάριο του 2011 υποθαλάσσιο χαμσίνι με κινητήρα ντίζελ
Έσυρε την Τζοκόντα-φύλλο στον Γενισέτ-πότε βυθιζόμενη πότε αναδυόμενη-
Παρασυρμένη από δυνατά ρεύματα-βρέθηκε στη Λευκή Θάλασσα


Η Άλισον τη μεταμόρφωσε σε θηριόποδο σαρκοφάγο για μερικά δευτερόλεπτα.
Ο βροχοποιός αφού επέζησε ανέλαβε την εξανθράκωσή της
Στην υψηλότερη θερμοκρασία που σημειώθηκε ποτέ στον ίσκιο του κόσμου
Με φόρο ένα γρόσι
Επιδόθηκαν στην παραγωγή αιμοποιητικών στίχων που αργότερα στο Φούντε Βακέρος
Και στη Γρανάδα μελοποιήθηκαν λαϊκά και τσιγγάνικα-τα χορεύουν ως σήμερα
Μέσα σε επικίνδυνες λάμπες στα βαλκανικά καμπαρέ.


Η τεφροδόχος της δεν βρέθηκε ποτέ.