Πέμπτη 2 Απριλίου 2009

Υπερσυντέλικος


Χθες, όλα μ’ενοχλούσαν στο δρόμο. Τα αυτοκίνητα. Η σκόνη. Η άσφαλτος.Τα φανάρια. Οι άνθρωποι.Όλοι μου ήταν αντιπαθείς, ειδικά όταν με πλησίαζαν πιο πολύ. Ο τρόπος που με κοίταζαν. Ράμφισμα. Μύριζαν άσχημα. Το απεχθάνομαι να μυρίζει κάποιος άσχημα.

Πήρα το τρένο για τη Νέα Ιωνία,εκεί θα παρέδιδα το επόμενο μάθημα. Κατέβηκα ανόρεχτα. Στον πεζόδρομο της Μικράς Ασίας κάποιος έπαιζε βιολί.-Χρήματα δεν ήθελε από κανέναν. Για κείνον έπαιζε.- Ήταν ο Τζο. Κάποτε τα είχε με τη Ρόη. Τον αναγνώρισα. Θυμήθηκα την έκπληξή μου,όταν η Ρόη μου τον σύστησε.-Πριν από εφτά χρόνια. Μοιάζατε τόσο πολύ. Σου έμοιαζε ή του έμοιαζες, σημασία δεν έχει. Αναρωτήθηκα: αν του έδινα μια κιθάρα θα σου έμοιαζε περισσότερο?

Γραμμένοι, είμαστε δύο λάμδα. Γραμμένοι, είμαστε δύο βουνά που το ένα μπαίνει μέσα στο άλλο. Και τα λάμδα στους πρόποδες. Αν κάποτε λύσεις αυτό το γρίφο θα ήθελα πολύ να μου δείξεις το πώς.

Σε λίγες μέρες κλείνουμε ένα χρόνο χωριστά. Χωριστή αναμονή. Χωριστή λαχτάρα. Προσμονή. Έρωτας. Αγάπη? Να λοιπόν η πιο άχαρη εξαίρεση που θα επιβεβαιώσει ίσως τον σικ-[sic]-sick κανόνα. Είναι αυτό που σου έλεγα χθες. Η αλήθεια που έγινε ψέμα.Ο χρόνος ετέθη. Ως Oριστική στίξη.Υπερσυντέλικος.


1.04.09
στο δρόμο