Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2008

σφαίρα

Σήμερα με μολύβι θα γράψω για τις αιθέριες πλάνες των δρόμων.(Σβήνεται εύκολα το μολύβι.)
Μη μου μιλάς για δράματα θρυπτά, τα ζω και μετά τα καταγράφω σαν αρχάριος ταχυδακτυλουργός που πρωτομαθαίνει τα κόλπα των μαχαιριών.
Αναλφάβητος που παλεύει στα ογδόντα να μάθει γραφή κι ανάγνωση.
Τυφλός που του υποσχέθηκαν όραση.
Σήμερα θα παραδεχτώ πως φοβάμαι ν’ακούω πως όλα ήταν αρχή χωρίς αρχή και τέλος.
Ο ουρανός μάζεψε μολύβια υγρά και παίζει. Έβαψε μ’αυτά και τη θάλασσα. Μη μου λες για προτεραιότητες. Τρόμος με πιάνει στις σκέψεις. Δεν μπορώ άλλη φρίκη. Ψαλμό θέλω. Όλες τις λέξεις θα τις πετάξω. Αλλά ούτε καινούριες κατορθώνω.Τι να γράψω…με εξάντλησε το διαρκές πήγαιν-έλα σε αντίθετες ροπές ονείρου.
Εκβιάζει ο χρόνος, απειλεί η διάρκεια, ζυγιάζει η αλήθεια.
Ασυμβίβαστα πτερόεντα με παίρνουν αγκαλιά και πετάμε σαν μεθυσμένοι μύστες στα πρώτα θολά φεγγάρια.
Πού να κρατηθώ. Ταυτολογία του πεπρωμένου δείχνει νερό.
Πότε θα φτάσω στων άστρων τον αφρό.
Πώς? Που καταντήσαμε τα σύμβολα της έκλειψης και οι ακρίτες του γκρεμού. Γκρεμμός έμμονος μπλε, αίσθημα ιλιγγιώδες. Άφατο και αόρατο. Και οι δρόμοι. Ναι, πάντα οι δρόμοι. Αυτοί υπαινίχτηκαν τον έρωτα. Και μετά πήραν πίσω την ευλογία και την επέστρεψαν κατάρα.
Πήραν πίσω την εγγύτητα που θα ξεσπούσε με ορμή στα μάτια,στα χείλη,στα μέλη και την επέστρεψαν απόσταση.
Το έμμονο μπλε έγινε μνήμη χωρίς αναφορά.
Ευφορική αύρα χωρίς εσπερινό διαβατήριο.
Οι δρόμοι που άνοιξαν τα όρια της ζωής μας
Τυλίχτηκαν με κυνική ηδύτητα, φίδια γύρω απ’το σώμα
Μας πνίγουν
Η άσφαλτος που αντανακλούσε το φως που ψάχναμε ράγισε.
Οι δρόμοι.

Τι να σωθεί, που καταντήσαμε ανεκτόνωτη πυρκαγιά
Μέσα μέσα και να καίνε οι απανωτές αναφλέξεις
σε δονούμενα πέταλα. Που τα σκόρπισε όψιμα ο Νοέμβρης.
Που δεν θα πίναμε το νερό αλλά το φως

Αναδυόμενοι από καθαρή θάλασσα –
θυόμενοι ελεύθερα στη φωτιά.
Γκάζι στο αίμα και πέδη στην αφή.

Δανειστές τοκογλύφοι η αναμονή, η προσμονή.

Οι κενές ώρες που ενοικούν άγρια τους δρόμους
Τις ώρες που θα σ’έφτανα υποτροπιάζουν.
Έξω οι δρόμοι
Μέσα οι δρόμοι

Αχόρταγοι τερμίτες.

Να κατοικούν μόνο λέξεις με νόημα σαρωτικό
Δηλαδή να ευαγγελίζονται τον παράδεισο
Άλλη μια σφαίρα βουβή.
Που για μας δεν υπάρχει γη και θάλασσα καμία επαγγελίας

Το ανικανοποίητο βρυχάται.
Απροθυμία της μοίρας να συγκατανεύσει. –Οδυσσέα πότε θα συγκατατεθεί…δεν είπες…άφησες την προφητεία μετέωρη να μας τυραννά με την πίστη της…-

Σήμερα θα το καπνίσω το μολύβι και όλη την πίσσα των δρόμων και όλη την πυρίτιδα.
Σου έφερνα και το περίστροφο για τα σκυλιά.
Τώρα το κρατάω για μένα.