Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2008

σερπαντίνα

Καλημέρα κύριε. Είναι οι πρώτες βροχές. Άργησαν φέτος.
Είμαι χάρτινη κύριε. Μπορείτε πάνω μου να γράψετε ό,τι θέλετε. Να με χαράξετε.
Να κάνετε ό,τι κάνουμε στις χάρτινες αρματωσιές. Όπως με αγκάλιαζε ο τραχύς φλοιός του δέντρου με αφομοίωσε και παραδόθηκα στον τρυφερό ανδραποδισμό μου
από κείνον.
Στις βροχές δεν βγαίνω έξω. Δεν εκτίθεμαι. Το χαρτί είναι εξαιρετικά ευαίσθητο στο νερό. Σε κάθε είδους βροχή,ακόμα και σ’αυτή των ματιών.Νοτίζει, αλλοιώνεται και λιώνει.
Αποφεύγω τις βροχές κύριε. Καταφεύγω αποδημητική-όταν είναι εφικτό- στο άνυδρο και ξηρό κλίμα των ερήμων. Καλλιεργούμαι εκεί, στην άμμο των αντιφάσεων. Εκεί ανασαίνω οξύτερα τη δροσιά του σκοταδιού. Και γίνομαι κύριε, ένα χαρτί-θηρίο.
Η νύχτα με σκαρφαλώνει και μου δίνει ένα ακατονόμαστο προνόμιο. Το σύρω σαν καλώδιο και το περνάω τριγύρω μου. Ένα μαύρο γυαλιστερό λάστιχο. Ελισσόμενο και αναρριχητικό. Ένα καλώδιο, δρόμος, φίδι. Με σφίγγει προστατευτικό κι άλλοτε με πνίγει. Αλλά είμαι θηρίο.
Μη με αφήσετε στη βροχή ν’αποσυντεθώ κύριε. Έχω ιστορίες πάνω μου γραμμένες που είναι αληθινές. Αυτές δεν είναι χάρτινες. Το χαρτί είναι το πρόσχημα μόνο. Γι’αυτό σας λέω, είμαι προσχηματική. Δεν βλάπτω κανέναν. Αντίθετα πολλοί επωφελούνται από την αδυναμία μου,και την ευάλωτη ιδιορρυθμία μου. Με μουντζουρώνουν, με υβρίζουν, με υποτιμούν, με λιώνουν, με σκίζουν. Θα με βρίσκετε στη χωματερή των κάδων μαζί με άλλα άχρηστα. Ο κόσμος μου κύριε δεν είναι στέρεος. Δεν είναι βέβαιος. Είναι ρευστός, χαρακωμένος και αν και λευκός,σκοτεινός. Ένα φύλλο πεσμένο του φθινοπώρου, είναι ισχυρότερο από μένα. Κι αν σπάσει, έχει τα κομμάτια του. Έστω χωρισμένα. Εγώ δεν έχω τίποτα κύριε. Η μόνη μου δύναμη είναι τα χαράγματά μου. Όσα έχω γραμμένα πάνω μου.
Όταν με μισούν οι άνθρωποι δεν έχω πού να κρυφτώ. Είμαι ανυπεράσπιστο. Ανοχύρωτο.
Δεν γητεύω κύριε. Το πολύ πολύ να ταράζω τα όνειρα κάποιων. Ή να γίνω φτερούγα και να σκεπάζω τον ύπνο τους. Τα σημάδια μου, αυτά είναι η ζωή μου όλη κι όλη. Μην την καταργήσετε παραδίδοντάς με στην υγρασία. Μουχλιάζω.Η καταγωγή μου μπορεί να είναι το δάσος, ο πάπυρος, τα μπαραμπάμπ, αλλά χάνομαι εύκολα. Ουσιαστικά είμαι ανύπαρκτο, αφού τόσο εύκολα αλλοιώνομαι και σβήνω. Δεν έχω καμιά εξουσία. Μπορείτε να με κάνετε ό,τι θέλετε. Να με διαλύσετε σε μικρότερο χρόνο από δευτερόλεπτο. Αφήστε μου τουλάχιστον τα ίχνη των χρησμών. Και πόσο αντιφατικό!Τα σωθικά μου υπάρχουν άυλα. Ταξιδεύουν στους αιώνες. Όπως και τα συντρίμμια μου. Υποσχεθείτε κύριε. Να με ντύσετε με γράμματα και σκέψεις, να ζεσταίνομαι στη θέρμη τους.Υποσχεθείτε μου τη γραμμένη υπόστασή μου. Είναι η αθανασία μου μετά την υλική μου φθορά. Ντύστε με με τα σουσούμια των οραμάτων. Ανελέητων ονείρων. Κι όμως, δεν είμαι φάντασμα…Ακόμη είμαι θηρίο.
Σας ζητώ να με φυγαδέψετε στην έρημο. Μη με εγκαταλείψετε κύριε στη φρυγμένη γη. Λέξεις είμαι, θα χαθώ. Πριν από τις λέξεις δεν είμαι τίποτα. Ένα αχαρτογράφητο σημείο του σύμπαντος.
Έχω ευχηθεί να ήμουν λείο βότσαλο σε κάποιο βυθό. Αόρατος ήχος πλήκτρων. Και μετά, μετανιώνω τέτοιες ευχές.
Μη με αφήσετε να μουλιάσω στην υγρή νύχτα. Κουρνιάζουν μέσα μου τα μαϊστράλια και οι βοριάδες. Πουλιά παράξενα. Νότες. Αφές. Όλες οι θάλασσες, ταξίδια, βουνά, ποτάμια, ο ουρανός. Έχω αγκαλιά για όλα. Κλάματα και φυλακές. Μη με ερειπώσετε κύριε. Αφήστε με να ξυπνώ τις μνήμες. Τα λόγια των ερώτων. Να γιατρεύω τη νόσο των εμμονικών σκέψεων. Να αποθηκεύω τη γραπτή ύλη της ζωής.
Δανείζω το σώμα μου για να κεντηθεί. Και συχνά το δωρίζω. Είμαι δωρητής σώματος κύριε. Κλείνω το άρωμα του κόσμου, τη μνήμη του, τη συμφορά και την κατάρα, τις ιστορίες και την Ιστορία του.Φεγγίζω στα όνειρα ερήμην των ονειρευτών.
Αφήστε με λίγο, θα ήθελα να σημαδευτώ ακόμα από ρόδινα μελάνια και χρώματα αγάπης και μίσους. Να διαγραφώ μέσα από τις χαράξεις, ακέραιο και αβλαβές.
Να με μεταμφιέζουν σε ιστορία ζωής και θανάτου. Να γίνω ερωτική επιστολή μιας άλλης εποχής. Να γίνω ιστορία μιας πόλης, ενός πένθους, μιας φωτιάς, της ανατολής και της δύσης ο έρμαιος φάρος. Αφήστε με να κατέχομαι με μοιραίους τρόπους. Να γίνω χάρτινη βαρκούλα στη θάλασσα ταξιδεμένη. Να γίνω σαίτα και βέλος απαραίτητο στη φαρέτρα του σκοταδιού.
Να γραφούν πάνω μου λέξεις κατασταλτικές, κι άλλες, επανάστασης ζωφόρου.Να ερμηνευτώ αντίστροφα και καρκινικά. Να μεγεθύνω παρελθόντα να ξορκίζω χαμένους έρωτες και περήφανες δόξες, να δαμάζομαι, να συγκινώ τα μέλλον, να σπένδομαι χοϊκά.
Ν’αναδύω το άρωμα των γραμμένων λέξεων μέσα από τα δάκρυα που έπεσαν πάνω τους. Να διαβάζομαι και να είναι δυνατόν να διατρέχουν μέσα μου ολόκληρα χρόνια και αιώνες σε λίγα μόνο λεπτά. Έτσι κι αλλιώς η ζωή μου είναι ατεκμηρίωτη ζωή.
Αφήστε με στις εκ βαθέων εξομολογήσεις. Σε θνήσκοντες ρομαντισμούς. Να φωτίζω τα βλέφαρα και να βαθαίνω ως τις πιο κρυφές αγωνίες του κόσμου. Στην ενέδρα των στοχασμών που τρυπάει το σαρκίο του χρόνου. Η πάθησή μου είναι κληρονομική κύριε και δεν γιατρεύεται. Είναι ανίατη. Τα χαράγματα είναι μια περιστασιακή αγωγή. Είναι η δρόγη μου. Μη γίνεστε διώκτης μου κύριε και σας υπόσχομαι να μη γίνω ο μεταπράτης των στοχασμών σας.
Ανάμεσα σε δύο υποσχέσεις μπορώ να υπάρξω ως διαθήκη κύριε. Σπινθήρας και παλίρροια. Χαραγμένο είμαι μακροβιότερο. Μην αρνηθείτε κύριε τον καθρέφτη μου.
Καλύτερα θάψτε με παρά να με παραδώσετε της βροχής. Αν με αγγίξετε μπορεί ν’αγγίξετε αστέρια. Φιλάνθρωπε κύριε εφευρίσκω το δικό μου λαβύρινθο για να ζήσω. Μόνο έτσι καταλαβαίνουν οι άνθρωποι πως υπάρχω. Προσφέρω ίσκιο κύριε.
Καταφύγιο ελαφρύ και ρέμβη. Είμαι φύσει ηττημένο κύριε. Προσφέρομαι όμως ως αγγελιοφόρος, ως υστερόγραφο, ως απάντηση, ως μυστικό, ως συνεργός στη σιωπή, ως φωνή,ως φονιάς.
Είμαι η πιο μικρή συλλαβή της λήθης.
Αυτό ήταν το πιο κρυφό μυστικό μου και τώρα σας το φανέρωσα. Τι άλλο θέλετε κύριε?
Αναλογιστείτε…Όταν λέμε για κάτι πως είναι χάρτινο, εννοούμε ότι είναι ψεύτικο, απατηλό, ανυπόστατο. Δεν υπάρχω κύριε. Μη με αφήνετε να εκλιπαρώ τον οίκτο σας.Δεν έχω άμυνες, να ανθίσταμαι στην έκπτωση. Με διαμορφώνετε εσείς. Με κάνετε ό,τι είστε.
Γι’αυτό σας λέω, μη με κρατήσετε άλλο αιχμάλωτη. Τίποτα δεν έχετε όσο με κρατάτε άγραφο. Όσο δε σμίγω με το ταίρι μου. Κατέχετε μόνο, ακόμη μια μαύρη τρύπα με μεγάλο διαμέτρημα. Έναν κενό κρατήρα, με βάθος αμέτρητο. Αφήστε με να πάω στον ήλιο. Να συντονιστούν οι λυγμοί με τα παλιά και τα νέα χαράγματα.
Για να ευνοηθώ με ένα ειδικό και ισόβιο τέλος.


Κόμη Λωτρέκ, δεν πεθάνατε ποτέ. Σας το είπα, μέσα μου θα ζείτε για πάντα.
Για σας θα γράφω, όσο αναπνέω, και θα σας δίνω ζωή από τη ζωή μου.