Παρασκευή 9 Μαρτίου 2012

Έλεοι








 

Τους Απρίληδες που τους τύχαιναν Πάσχα, στο Χορευτό τους λέγαμε Ελέους. Τι ενάλιες οδύσσειες είχαμε περάσει τις Μεγάλες Εβδομάδες… Από το «τραμ το τελευταίο» ως το τρενάκι στις Μηλιές, με το γράμμα Ύψιλον και μέχρι τα «φουγάρα» των Αγίων Αποστόλων, όλα παρασύρονταν από τη ρύμη μας… Παράξενα γινόμενα όταν πρόκειται να πολλαπλασιάσεις στοχασμούς επί σεληνοστάσια. Πιπιλίζαμε τα μοσχοκάρφια απ’ τα κόλλυβα μέχρι που τα στιλβώναμε…Και τώρα που το Αιγαίο συνεχίζει να εκτείνεται μέσα μας, ως τη ρίζα του αυχένα, και το Λιβυκό ως τα σταυρανθή του…Βοτανίζαμε και τσαπίζαμε από το πρωί κι έβγαζαν χιλιόηχα άνθη. Μ’ αυτά στολίζαμε τους επιταφίους. Επιτάφιοι του παράδεισου.
Και χαμηλότερα… εκατόμβες της αγχέμαχης σάρκας. Όλα αναρριχώμενα στις σχεδίες και στα πλωτά του Αχέροντα. Από τέτοιες καταδρομές της μνήμης, προκύπτουν και τα ασυγκράτητα υδραγωγεία, έτσι που παίρνω τον κόσμο στα σοβαρά…Κι ακόμα στα πεδινά κυνηγιούνται ο χάρος με τον διγενή. Το μόνο που εξαιρέθηκε είναι τα μάρμαρα. Βράδυ της Μ. Πέμπτης πολύ αργά, μετά τα μεσάνυχτα, δίπλα στη μεγάλη σπηλιά, ανάψαμε πολλές φωτιές στην παραλία. Φωτιές αμέτρητες που άρπαξε κι η νύχτα και φώτισε λευκή σαν το γάλα και ξημέρωσε. Ξαφνιαζόμουν είκοσι χρόνια από την ίδια εικόνα. Η απέραντη παραλία του Χορευτού, πελώριο καντήλι να καίει το έλαιο από τις τελεσίδικες ορτανσίες του Πηλίου. Όλες οι μήτρες των γυναικών εκεί μυρίζουν ορτανσία. Δεν είναι παράξενο, που το χειμώνα, μετά τις φωτιές εκείνες, όλοι παντρέψανε τ’ αρσενικά τους. Πυρώσαν οι γιακάδες και τα πέτα από τις θαλασσιές φωτιές. Έτσι μεγαλώσαμε, ανάμεσα σε φωτιές κι επιτάφιους, σε πρώιμες παπαρούνες, καμέλιες και φουντωμένες ορτανσίες, που τις δέσαμε σφιχτά σε βραχιόλια στα μπράτσα. Από τότε μας διασχίζει το ίδιο κεντρί. Το ίδιο τελώνιο μάς τραγουδάει σε σιτοβολώνες. Ειδάλλως δεν θα ξαναξημερώσουν ορτανσίες και θα λύνονται τα σωθικά μας με το μοσχολίβανο. Αγαλματάκια ακίνητα αμίλητα αγέλαστα. Αγαλματάκια ακριβοθώρητα. Φυσομανάει πάνω στη βάρκα τόσο που ξερρίζωσε τα μαλλιά των Δώδεκα Αποστόλων. Ξημερώνει αστερόεντα κρανία. Μείναμε αποσβολωμένοι στα σταυρωτά κεραμίδια, με οπτασίες της αμφιλύκης. Υποσχεθήκαμε να ανταμώνουμε πάντα στους Ελέους.