Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

Bάιος Nικιώτης, τρία ποιήματα



 


 
[όρτσα]

 
H Ελλάδα σήμερα,
εγώ στο σήμερα,
σε καραβόσκαρο βαριά ζωή γεμάτο
με τις χιλιάδες των σκέψεων ψηλά,
καθημερινή αιμορραγία, που απ' τ' άρμα
των νεφών σταλάζει
σε μία και μόνο μορφή.
Πότε για ν' ανθίζει στο ξαφνικό
ρεύμα του μέλλοντος, των στιγμών,
πότε για βουλοκέρι σε απέρονη βόμβα
στρεψοδικιών.
Άλλο, δεν έχω να δώσω, μόνο αίμα.
- Σκότωσέ με και,
de profundis χαμογέλα...
στο μαύρο μου, που έγινε κόκκινο
κι ανάβει σαν φάρος
στου Αιγαίου την ίσαλο γραμμή.
Ίσια, φωσφορίζων ένας δρόμος
ανεβαίνει προς τον ουρανό.
Κανείς δεν τον βλέπει.

*
*
*
*
 


[ρωγμή στο φλεβάρη]


Στην εκτροπή, στην έλλειψη,
επιμερίζομαι ένα φορτίο χωρίς ορατά σημάδια
απ' τις ψαλιδιές, μονάχα σιγαρέτα γεγονότων
στροβιλίζονται στο μυαλό μου,
σπασμένες δοξαριές, σαν ποινή -

Όπως η απουσία στο ''γιατί'', αφού εκτιμάται
στο βάθος σκοτεινής γαλαρίας να κρατείται
από νυχτόβια λεπιδόπτερα λίγο πριν
την έξοδο -

Ως και το άθυρμα της σκέψης
γράφει για βελούδινα δέντρα κι άστρα λευκά,
να τραβούν κουπί σε νεκρό πλοίο,
πλήρωμα ενός τόπου που ψάχνει
στην ομίχλη ιριδίζοντα πρίμα -

Και σ' όλα αυτά, 'κείνο το βαλς
που χορέψαμε, ισοδύναμο, ηλεκτρισμένο
downtempo τώρα μαζί με την εκτροπή,
την έλλειψη, ιερουργούν ακατάλυτα
σε κάθε δευτερόλεπτο που περνά
και σωριάζονται αφού στερούνται
της ματιάς σου -

Έννοια, ο ήλιος του Φλεβάρη εφέτος -

*
*
*
*


[σύντηξη]

Όντως, διαμένεις μέσα μου,
σαν ορχήστρα που
τινάζει φυλλωσιές
κι εκτοξεύει σινιάλα στους
απελεύθερους ίσκιους,
στις φιοριτούρες,
απ' την αρτηρία
της δικής μας θάλασσας -
απ' όταν μ' αποκάλεσες
καλέ μου, όντως,
υπάρχει κάτι το
μη μετρήσιμο -


(c) βάιος νικιώτης
----------------------------