Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Αξύριστος













Δεν δίνω δεκάρα για τα μέτωπα του τρόμου. Αν μου χάριζε κάποιος ένα τσουβάλι, θα πέταγα μέσα παράταιρα στοιχήματα, δυο τρία ρούχα, εργαλεία αρχαιολογικού ενδιαφέροντος και θα έφευγα για το παντού. Όμως για τις διαδρομές της βαλίτσας, το πόσο δηλαδή, μακρύτερα κι αθάνατα θα κατορθώναμε το μαζί, μου μοιάζει πια σαν συριγμός κιμωλίας σε καλογυαλισμένο πίνακα. Τι παράξενη δυστυχία μας τριγύριζε. Την άκουγα, πριν τα χαρτιά, στα ξύλα. Ενδημούσε εξοργιστικά στον κόσμο, ως άγιος που περιφέρει την αγιότητά του με μια υπόκωφη ακτινοβολία οδύνης. Αλλά η δική μου επιστροφή στη λάμψη…ξέρεις…ολοκληρώθηκε. Από το ανάποδο ύψος που σε κοιτάζω- προσανατολισμένος σταθερά σε άκομψες περιπέτειες- τείνω να μεταμορφωθώ σε πόλη που κι εσύ θα χάσεις για πάντα. Το μελάνι έφτασε τα οχτώ χιλιοστά. Από τα πιο άδολα μέχρι τα πιο χυδαία, όλα λεπίδες που σέρνονται σε αθώο δέρμα. Στους κροτάφους σου λαμπυρίζει ήδη η σποδός. Να επιμένεις αξύριστος.