Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010

10000 νύχτες ακόμη τώρα


Κι όπως βάδιζα και πήγαινες κι εσύ~ αποχωρητικοί~ από το χέρι η νύχτα μόνο μας κράταγε και μας προστάτευε* μόνο εκείνη μας υπαγόρευε ό,τι έχουμε να το δίνουμε ο ένας στον άλλον για να «μην πεθάνουμε ζωντανοί»\ τη χαρά τον πόνο τη λύπη τη δύναμη και την αδυναμία τους φόβους τον έρωτα την αγάπη τα λάθη τη γιορτή και με καινούρια ορμή και λαχτάρα να μοιραζόμαστε κινδύνους και πάθη συνομωτικά αλλά έντιμα/ η νύχτα μόνο μας κάνει τα χατίρια όσο εποπτεύει το αδύνατο και στέργει τους οιωνούς το μαντείο η πλήξη οι προδότες πυρετώδη ανασαίνουν πάνω στο μαξιλάρι κι εμείς ασφυκτικά εκπνέουμε στα σεντόνια τις ανάσες πίστεψέ με δεν θες να σου μείνουν ενθύμιο τα καρφιά-το ξέρω καλά και το πώς καλύτερα μην το ρωτήσεις-δεν χωράει άλλα πένθη η ζωή μας και δεν γίνεται πια ν’αλλάξουμε αστερισμό



Μονόδρομος είναι


σε θαλάμους τρακάρουμε με ανέμους στατικούς είναι κι ο θεός που καπνίζει το χασισάκι του έχει πάθη χερσαία και δεν ρωτάει για κανέναν~δεκάρα δεν δίνει~ να έτσι αφρίζουν τα χαλίκια που αποταμιεύω στον ουρανίσκο και στο στομάχι όλο θάλασσα και θάλασσα και θάλασσα και νερά αλμυρά και Μαύρα και Νεκρά


Φλύαρο το πεπρωμένο στο άδικο για να πνιγούμε είναι τα πράγματα όχι για να βραχούμε


αλλά πως θα’ρθουν στην προκυμαία βιαστικοί κλέφτες βιαστικοί ψεύτες αμφιβολίες και παλίνδρομα νόθα το υποθέσαμε



δεν εγκρίνεται η θεραπεία των πειστηρίων


απορρίπτεται η ευκολία


Το αδύνατο βρήκε σώμα


Εμείς όλες τις άδικες νύχτες τις περπατήσαμε λοιπόν τότε που το χέρι σου κρύο και ιδρωμένο έσταζε το δισταγμό του αλλά με κράταγε σαν να ήταν η τελευταία νύχτα του κόσμου μας έμειναν τα υπέροχα γενναιόδωρα πρόσωπα μετά τις ιερόσυλες συγκρίσεις


Δεν είναι προς πώληση


Δεν είναι με σιγαστήρα


Διανυκτερεύω υπτίως στον πυρήνα σου ως προϊούσα και προπατορική και αποφατική και αρνητική και άκτιστη μέχρι και θεολογική συνεννοητική παρθένος σε πέταλο που διατρέχει κίνδυνο κατάρρευσης από το σώμα του άνθους που αφήνεται να ερμηνευτεί πιο εύστοχα από την απειρία και φτάνει σε τέτοιο βαθμό οξύτητας που κατακαίει τη θλίψη και ό,τι δεν συνιστά φαινόμενο ζωής


Γκρίζο ολόφωτο σώμα μου εμείς περπατάμε όπου διεκδικούμε όπου κοιτάμε κι όχι όπου μας μένει όπου η νύχτα κι οι δαίμονές τις σελίδες του χαμού μας αποθεώνουν γι’αυτό είμαστε ακόμη εδώ και γλείφουμε ηδονικά και με λαγνεία τις ακονισμένες λάμες των μαχαιριών


Θυελλοδίαιτοι και ανθρώπινοι


Εκταμιεύοντας άγραφα ανείπωτα ό,τι θα γίνει από δω και στους αιώνες






Tibi or not to be....*






[σε σένα ή να μην είμαι
Δική σου ή να μην υπάρχω
Παραφθορά το σαιξπηρικού
To be or not to be
Από τον Αλέξανδρο Δουμά-πατέρα]