Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009

το χάραμα

παρίας σε καταστολή που ξυπνάει και αποδίδει ακόρεστα με θρασυδειλία το κοινό μέτρο ως ευφυές αποτέλεσμα παρακμής για να τηρηθούν οι αναπνοές λίγο πριν την εξάντληση του τελευταίου παραστατικού «καληνύχτα» λέει με ενοχή-κρόνιο αίσθημα-
γιατί φοβάται τη συνύπαρξη των πληγών-εξανδραποδισμένος βάρβαρα αλλά επιλεγμένα
υπό τη φθορά χείριστης επιρροής-εγκλωβισμένος στον μπερντέ του θεάτρου σκιών




να μην είχα καμία βεβαιότητα παρακαλάω γιατί δε φοβάμαι αλλά τρέμω μέσα
αφού την ίδια στιγμή εξημερώνω και ξεριζώνω στάχυα όπως τα παίρνει ο αέρας για το νότο που φυσάει να φυτρώσουν σε ζεστή και θολή γη μακριά από υπόνοιες μακριά από προθέσεις να καρπίζουν μόνο στις διάρκειες οι σπόροι που κλείνουν μέσα τους την πιο πυρωμένη ζώνη αυτού του χαμένου του καθένα μας είναι ν’αξιωθώ κάποτε ένα λύχνο καλοσύνης ταπεινά να μου φέξει να βρω κόσμο βαθύτερο από το χαρτί που απορροφά κραδασμούς ανάγκης και να εκβάλλω με ασκητική αυτάρκεια στο ποτάμι του μελανιού-
ποτάμι που σαμποτάρει τις ευκολίες και την αδράνεια την απάθεια τη δουλικότητα


αυτό που μένει φαρμακευτικός κανόνας μποντλερικό spleen φροϋδικό angst
τη διάψευση αδημονώντας να μιλήσει ή να γράψει βουτώντας το ίδιο καλά
στην εγκατάλειψη στην προδοσία σε μαρτυρικά αναπάντητα


όταν απογράφω την Πόλη-αν την αγαπώ και την έχω μαζί μου-
δεν την αποστειρώνω
δεν γράφω γι’αυτή σαν να κάνω ρεπορτάζ για πόρνες
δεν της προκαλώ ναυτία με κατατονικές περιφορές επικήδειων
δεν τη στήνω στον τοίχο με επιλογές λέξεων που ισορροπούν στην κυριαρχία τους
με φράσεις και προσθήκες εφιαλτικών επιθέτων
δεν αναρρώνω με κατατοπιστικούς επιλόγους-
βουλιμικούς χάρτες
της κόλασης


γράφω για το χάος και τους φόνους της
πόσο ίσως βλακωδώς-ταυτοχρόνως ευλαβής και αθώα-
υπήρξε έτοιμη να παραδοθεί
σε μια απλανή συντέλεια
ανίκανη να διακρίνει βλέμμα αρπακτικό
απεγνωσμένη όμως αθώα
αθώα




δες λοιπόν πώς διώκεται η ανθρωπιά-
πρωτίστως από εμάς τους ίδιους όταν αδικούμε
και μετά αναρωτιόμαστε γιατί πληρώνουμε


η Πόλη ας έχει μόνο το χάραμα
αυτό λέει
ας έχει το χάραμα και το χάραμα
και το χάραμα
για πάντα


εγώ μηδενίζω
για να έχω χνάρι




πολεμάω άοπλη για να δικαιούμαι μοίρα από την ιστορία
από τα παραπετάσματα και τις κατεδαφίσεις