Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2008

βαριά βαλίτσα

Βαλίτσα ανοιχτή.Υπόσχεση. Λογαριασμός. Πετάω μέσα βιαστικά ό,τι μπροστά μου βρω.Λευκό μακό. Τζιν παντελόνι. Μαύρο φόρεμα. Μαύρα ψηλά τακούνια. Ο ήλιος βγαίνει.Υπόσχεση.Λογαριασμός. Νεύμα σε γαρδένια ξερή από το καλοκαίρι. Βάζω καφέ να γίνεται. Από το ίζημά του, το μέλλον να δω. Ηδονοβλεψίας της χαράς. Που δεν έρχεται. Μιμούμαι τη χαρά. Αναπαριστώ το έγκλημα. Μύρισε ο καφές. Και το πικρό του αφύπνισε αισθήσεις. Και πάλι ανύπαρκτες. Στα φαντάσματα. Ο ήλιος βασιλιάς ολόλαμπρος. Ο καφές παραμύθια γεννά. Αδιάρρηκτα. Η βαλίτσα ανοιχτή να συλλέγει την αφή που της εγκαταλείπω κάθε τόσο. Να την αποθηκεύει σε θυρίδα –για ό,τι έρθει. Φιλοξενεί το ένστικτο της επιβίωσης. Υποκαθιστά το δρόμο και το ταξίδι. Εύγευστος ο καφές. Τις λεπτομέρειες παρακάμπτω. Έτσι κι αλλιώς γκρεμίζομαι και σ’αυτές. Ο ήλιος παρερμηνεύει τη συρροή χιλιάδων σκέψεων. Και οι λέξεις αθρόες. Οι αλήθειες αποκαλύπτονται ξεσκεπάζοντας τις ομολογίες των λαθών. Άφεση μου δίνω. Για την ώρα. Επειδή αλλιώς δεν μπορώ να κάνω. Επειδή είμαι ερασιτέχνης. Σε όλα. Να ψάχνω ζωή να ζήσω. Ευτύχημα που συγχρονιζόμαστε στο παρά πέντε σε στίχους τραγουδιών. Σε ποιήματα. Μυθιστορηματικά. Περιμένω από τη σκιά στη βαλίτσα να μου πει για τις απουσίες. Αίρεση και εγκυρότητα. Μου δανείζει την κόγχη της. Σαν αγκαλιά. Σαν υπόσχεση. Τη διαπραγματεύομαι. Περιοδική μελαγχολία. Μου περνά με μια γουλιά καφέ και ακόμη ένα τσιγάρο. Επίμηκες τραύμα στον αμφιβληστροειδή χιτώνα. Αδιάσειστα βλέπει κλέφτες στιγμών και χίμαιρες. Καφές εβένινος και ακροβατώ στην κόψη από το κατακάθι του. Εκεί στη γραμμή του κυκλικού ορίζοντα. Άσπρο φλιτζάνι ,μαύρος βυθός πηχτός. Εγείρονται αντισυμβατικά οι συνενοχές στα λάθη. Εγκλήματα μικρά. Σαν φορτία θυμού. Και μίσους. Μισού. Η βαλίτσα ανοιχτή. Σκοπευτής ελεύθερος. Μου ρίχνει φάλτσα τραυλίσματα σιωπής. Εσύ χερουβείμ φευγαλέο πολλαπλασιάζεσαι μέσα από στίχους. Αν χαθείς στη θάλασσα να κοιτάς τις όψεις της σελήνης. Ανάποδα. Φτιάχνει κόσμο κι η βαλίτσα. Αδέξια κυνηγώ. Ψάχνω ανάμεσα στα ρούχα ιδιότητες απρόσμενης παραμυθίας. Αντίγραφο ίχνους. Προσομοίωση πάθους. Στο νερό γέρνω. Υπόσχεση. Απαράμιλλη. Θα τη θυμάμαι. Φλέβα χτυπά στο λαιμό. Φεύγει κι έρχεται το αίμα. Με την ταχεία των φλεβών. Η οριακή μου βλακεία. Στο βυθό θα παραδοθώ. Στο κατακάθι. Λες και δεν το ξέρω. Θα βρω μια σπηλιά εκεί. Στη βαλίτσα. Βάπτισμα και κατήχηση. Ο ήλιος. Θα πάρω μαζί την Οφηλία. Την Περσεφόνη. Την Αφροδίτη. Σαν υποσχέσεις. Υπνοφόρες. Και δυσμενείς. Βαλίτσα ανοιχτή. Ρίχνω πρόχειρα μέσα τον ήλιο. Τη λογική. Ένα μαντολίνο. Τη σκλαβιά μου. Ένα ακρωτηριασμένο γραπτό. Τσαλακωμένο. Την κλείνω. Υπόσχεση. Περίθαλψη.
Ησύχασε. Δεν γιατρεύεται. Με τα ίδια μάτια. Τα εντός κινδύνου. Τα διώχνω αυτά που δικά σου υπάρχουν μέσα μου. Επιμένουν. Δε φεύγουν. Σε διώχνω.
Μη φύγεις.