Παρασκευή 16 Μαΐου 2008

παροξυσμικό ξημέρωμα-στοίχειωμα-16η Μαίου 2008





Μιλόγκες, να καίω γράμματα και να μη με νοιάζει,να πηδάω ξυπόλητη πάνω από φωτιές,να ζυγιάζομαι σαν θαλασσαετός, σιχαίνομαι τη γεωμετρία,μου αρέσει ο ήχος από τον εσπερινό,οι μεγάλες αγωνίες, να σπάω τα κελύφη των οστράκων όταν δε ζουν,να τα θρυμματίζω,να πατάω γκάζι, «Πού’ναι τα μάτια σου να δούν αυτό το δειλινό,πού’ναι τα χέρια σου ν’αγγίξουνε τον ουρανό» όλοι οι φεγγαρόπληκτοι και μισοθεατοί στίχοι και ποιητές,απόψε δεν είμαι τίποτα,το βράδυ είναι στενό,δε θα ανεχτώ κι άλλες ανόητες παρελάσεις και πομπές φαντασμένων ιπποτών,και περισσότερο τον παραλογισμό των κανόνων, -και ούτε να γελάς ούτε να κλαις,συναίσθημα κανένα, ξοδέψου στ'ανώφελα,στα λίγα,στα μικρά-
εφιάλτες με αντιποιητικό φόβητρο, μηχανικές αναγνώσεις,έμμεσους αρνητισμούς,μαχαίρια κυκλικά,τον ίδιο αριθμό λέξεων και συλλαβών,τη μαγνητική φορά της αλαζονείας,έκθετη εγώ, πληθωρική εκείνη,μόνο εσένα ως ξεχασμένο κι εσωτερικό ήρωα αυτής της γραφής που βιώνει ένανμικρό θάνατο,που στοίχειωσε μια πλαστή αγωνία και μια παγίδα ύπουλη από αγριότερες αναπνοές να κρατηθώ,από την απειρία των ενδεχομένων και των παθών τη μετάνοια, πάθη που θα κατακτούσαν όλο τον κόσμο μου,vertigo και η σύγκρουση με το τρένο του πολύχρωμου πολέμου και μια ζωή τακτοποιημένη, ακυρώνοντας τις σκοτεινές της πλευρές, απάτητο χώμα να είσαι, καλά προχώρα γιατί ξεχνάς να ανασάνεις γενναία έως τις χάσεις του φεγγαριού και των αυτοσχεδιασμών των παραμυθιών που αγοράζεις σε τιμή ευκαιρίας,
Η νικοτίνη στα εν δυνάμει στόματα και διάπυρους λάρυγγες,απότομες στροφές και μαύρα βράδια-βράχια-βράγχια,απαξίωση που δεν απαλύνει τη φρίκη των αναπηριών και τις θυρίδες-κάλπες του ξεπουλήματος που φτιάχνει μέρες ύπουλες στο στρατόπεδο των αυθαιρεσιών και ζήτησα ένα μαντίλι να σκουπίσω κάτι κλάματα- όχι δικά μου-έλειπαν οι στιγμές πώς θα μπορούσα να βλέπω αυτοκίνητα και καράβια και να σπρώχνω θλίψεις πιο μέσα στα μπούκια και να στριμώχνω ελεύθερα όνειρα σε καραντίνα και φράσεις που τις συγχώρησα με το βλέμμα μόνο, κι άλλες αδικημένες που στρίγγλιζαν σαν ποντίκια που καίγονται όταν τις στραγγάλιζα επιδέξια,μασώντας επιδεικτικά υψηλές κουλτούρες και φωτογραφίες τραβηγμένες με το ένστικτο του τουρίστα, πάνω σε ποδήλατο που το διαλέγεις ως το ακρότατο όριο που δικαιολογεί την έκπτωση-ούτως ή άλλως και μ'αυτό "για το αδύνατο δε θα έφευγες ποτέ"- και την κατακόρυφη πτώση και μέσα στις θηριωδίες σου ψάχνεις έναν καλό λόγο να μην μπορείς ν’αγαπάς διαφορετικές φυλές από τη δική σου, εφευρίσκεις νόμους που διψάνε για εκδίκηση-επένδυση καλύτερη από αυτή δεν υπάρχει,ποιος σ’έπεισε γι’αυτό?- ζήσε αθωωμένος με φιλανθρωπίες αισιοδοξίας μέσα σε σχήματα και προσχήματα που φρόντισες να μοιράσεις σε όσους δεν υπήρξαν μάρτυρες της συνέπειας,
από κάτω σκουριασμένες σούστες τρίζουν σε εγκόσμιο εγκώμιο σιδερένιου κρεβατιού,το λευκό σάβανο που τύλιξα τις τελευταίες λέξεις,
χειροπέδες που πέρασα σε αισθήματα που γεννήθηκαν νεκρά,και δικαιώνονται τώρα μέσα από μνείες λυτρωμένες-αντίδοτα χασμωδίας,
σ'αυτή την αντίστροφη διαδρομή το ξεκλείδωμα με κλειδιά σκουριασμένα ανοίγει πόρτες μπροστά σε θύελλες και καταιγίδες ακόρεστες,
είπες ότι είσαι αλεξιπτωτιστής και σε πιστεύω, κι εγώ ένα ζωντανό ερείπιο σήμερα-πίστεψέ με κι εσύ- μπορείς να μου επιβάλεις οποιαδήποτε αναπηρία γιατί είμαι ζόμπι,δεν βλέπω,δεν ακούω,δεν καταλαβαίνω,δεν νιώθω...θα το εκμεταλλευτείς?
η φωνή μου έχει σκουριά γιατί αυτό το ναυάγιο βυθίστηκε μέσα μου...
αυτό άρκεσε για να με πείσει για τις αγνές προθέσεις κάποιων λυκανθρώπων.
αλλά αν και "φλιπεράκι γελαστό ξετρελαμένο" δεν έχω άλλα κέρματα για να συνεχίσεις το παίγνιον,
βαρκάδα μου με μοκόρο,για πάντα χαμένη,μαζί να δοκιμάσουμε ρόιμπος και μοράμα,είχαμε πει, πέρα από το μπλε,πέρα από οτιδήποτε συντηρείται μέσα από την άκρατη φιλοδοξία έρωτα-δεν είναι έρωτας αυτό χαρά μου- μια σιωπηλή επιδημία είναι που καλλιεργείς το έδαφος για τη διάδοσή της,με ελαφρολαϊκή χυδαιότητα, με πιρουέτες που αναδεικνύουν την απάτη, ας μου πατήσει κάποιος το κουμπί να σταματήσω να μιλώ και να γράφω τις απιθανότητες των αιτίων,
αυτουργοί και συνένοχοι προς άγρα ελαφρών και ακίνδυνων συναισθημάτων,
τα χέρια με την κινησιολογική ερμηνεία προς επίκληση άγνωστων θεών-δεν υπάρχουν-
κάπου ακουμπώ το στιχουργικό βηματισμό μου και όπως φεύγουν τα λόγια φωνάζουν δυνατά, -εξοντωτικός πόλεμος-,υπό αίρεσιν οι γεννήτορες των στίχων αυτών και οι ωδοποιοί όσοι ψάλλοντας κακοφτιαγμένες ήττες προλαβαίνουν και μας απειλούν,
υπονομευτές και των πιο μικρών και αληθινών στιγμών που μοιραστήκαμε ένα ελάχιστο θαύμα,δηλαδή μια βραδιά μιλώντας με ό,τι είχε να πει το otokoyama που είχαμε πιει,
"υπερβολικά ανεβασμένα επίπεδα θετικών συναισθημάτων στο αριστερό τμήμα του εγκεφάλου,το οποίο συνδέεται με την ευτυχία" μαμούθ...αψευδής μάρτυρας τότε...
λατρεύομαι σχεδόν θρησκευτικά, δεν υπάρχει άλλος τρόπος...
προσηλυτίζω σκιές,σκορπιούς,πληγές,προδοσίες-αυτές τις έλκω κιόλας-αθώα και διαυγέστατα και αντίξοα πελάγη,βλέμματα από φαγιούμ,μικρά ρήγματα,μεθυσμένες και απόκοσμες όψεις,αποσιωπημένες κορυφώσεις,πένθιμα μυστικά,
σκηνικά αρχαίας τραγωδίας,
παρασύρομαι μόνο το δέκατο έκτο βράδυ του Μαίου,τότε δεν έχω ρίζα,τότε δεν έχω τίποτα,είμαι ένα τυφλό σημείο σε μια αχαρτογράφητη θάλασσα,
δεν έχω μάτια,είμαι μια παρωδία προδομένη από παρωδούμενους των παρωδούμενων,μια ποσοτική κατάχρηση φαιών κυττάρων,ένα κατώφλι σε μια διαδοχή κλειστών θυρών,ένα παρέμβλητο φύσημα,
ένας λόγος που αθετήθηκε,ένας αδέξιος χειρισμός,μια καμπύλη,
δειλή ανάσα,ανεκπλήρωτη,Αορίστου χρόνου,και ό,τι μας ένωσε δε θα συμβεί ποτέ,θυσιάστηκε εκεί που δαγκώσαμε μάτια που ακολούθησαν τη γραμμή κι έκοψαν την ταχύτητα της κατάρας και της απάντησης,τραχύς κόμπος,απερίσκεπτος ηρωισμός,καλωδιωμένος φλοιός σε δέντρο ηλεκτρικό,φτερούγα γλάρου που έχασε το δρόμο,πορφυρόχρωμη ανταύγεια στον ενταφιασμό να φουντάρω με το γέλιο της επίθεσης που το κρατάω αλήθεια για το τέλος για να επαληθεύω μουδιασμένα φυτίλια,-τα στημένα σου κόλπα δεν πιάνουν-θωράκισε και τις κατευθυνόμενες και με επίθεση,νωχελική αδράνεια,επικύρωση ματαίωσης,εφιαλτική κουρτίνα,
από καπνό θυμιάματος μπορώ να σχηματιστώ αυτή τη νύχτα,και να παραιτηθώ από ύπουλους εχθρούς και έρωτες στημένους, και ναρκισσιστές που βουλιάζουν σε όποιον ανέχεται την αυθαιρεσία τους,
μετά συνέρχομαι και θεραπεύω την τέχνη χωρίς την ασπλαχνία των φαύλων που με ενοικούν,ο συντριμμός είναι το μόνο γνωστικό μέσο που διαθέτω,
προσπαθώ να αναστήσω προφητεύοντας με δριμύτητα διαλύσεις του πραγματικού,
βρυκόλακας
δυαδική χρυσαλίδα
υποβλητική εκδοχή
αιώνας
ένα ολόγραμμα
ή μπορεί και το σώμα μου

από το μέσα του προς τα έξω...

φεύγω

τώρα τέλος εκφυλισμένη αρχή ήταν

κήδεψα πένθησα θρήνησα

τώρα τέλος