Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2012

Aυτόματo πότισμα









Φαίνεται πως σε κάποιο αυλάκι του δίσκου έχασε τη μέρα και όταν τα φώτα κλείσανε σηκώθηκαν τα σημαιάκια μιας εύθραυστης εκεχειρίας. Να είναι άραγε ένα μαγεμένο κουπί στα αυτάρεσκα νερά της Λιβύης ή φαντάζεται τάχα όπως αφιονίζονται λικνισμένα τα εκπρόθεσμα στρώματα…Τον ταραγμένο ύπνο του τον εμπιστεύεται στα ύστατα αστέρια που δεν του επιτρέπουν να το κουνήσει ρούπι από τον αυλό. Μα ακόμη να οπλίσει…Έχει την πίστη πως εκείνα σέρνουν τα δάχτυλα ως τα μολύβια, τα μολύβια ως το χαρτί. Πως αυτά είναι που δίνουν ανάσες στον ήχο, ίχνος στο μαύρο, φορτίο στο στίχο. Ξέχασε τη μέρα ναι. Πήγε και ξαναπλήρωσε το λογαριασμό. Δανείστηκε. Αγόρασε καινούρια γάζα για τη λάμπα του. Όταν απρόσμενα έπεσε ο γενικός, έβαλε το κεφάλι του κάτω από τη μεγάλη βρύση. Αμέσως μετά, έγραψε κάτι ρίμες για τους κόκκους της άμμου συγκεντρώνοντας μερικούς σε μια αργή ή χαλασμένη κλεψύδρα. Η πρόσκαιρη λάμψη επιβεβαίωσε το αστραποβόλημα του μοναχικού οργασμού του. Ήξερε ότι για εντυπωσιακότερους, διατίθενται εργαλεία, απλά και σύνθετα καταμεσής της υδρίας των ποιημάτων. Και αντί να της στείλει κλωστή και βελόνι κάθησε και της έγραψε ένα τραγούδι.




 


Δείξ'τε κατανόηση στη συχνή επανάληψη
του τραγουδιού. Εμμονή. Δεν θα περάσει σύντομα :)