Πέμπτη 21 Ιουλίου 2011



Ό,τι ζητώ γνωρίζω πως  τραυματίζεται
Στο δικό σου απώτατο βάθος.
Ακόμη κι όταν στο δικό μου
Εγείρει  Ισημερινούς σ’ένα χορό
Αδηφάγα παμφάγο.
Ένα κομμάτι το βουτάς στην αθωότητα
Κι όπως τεντώνεις τα δάχτυλα
Να το βυθίσεις πιο μέσα
Λες πως αισθάνεσαι τη ροϊκή ηδύτητα
Που απλώνεται στα κύτταρα
Το χέρι σου λιώνει.

Στη διάφλογη βόλτα πίνουμε μόνο νερό
Όπως τις Μεγάλες Παρασκευές
Που λαμβάνουν Σαιξπήρεια θέση
Στο περιπατητικό φλογοβόλο.

Στη μεθόριο των χεριών σου
Που βλασταίνουν
Οι μικρότερες ξωθιές
Θα ζω
Ακαριαία και μόνιμα
Την  αιωνιότητα
Κι όπως ακρίτας του γκρεμού
Θα πολεμάω γι’αυτή
Και θα την υπερασπίζομαι
Ως την επόμενη μέρα της.

{Ασκητεία που λησμονείται όταν ο τρόμος
του άγνωστου παραδείσου μας αναγκάζει
σε επιβράδυνση}