Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

Fi(ni)sh





Άκου θροϊζουνε τα στάχυα
Δίχτυα απ’ τους βράχους ως εδώ
Έμαθα ν’αναπνέω με βράγχια
Για το παρόν που νοσταλγώ

Ένα κουμπάκι μια φανέλα
Με στάμπα I love fish από νησί
Κύματα ανήμερα λευκά πινέλα
Κι η πετονιά πάντα χρυσή

Εγώ σιδέρωνα κάτω απ’τα πεύκα
Τσακίσεις, χάρτες και μία αρχή
Εσύ κοσκίνιζες φύλλα από λεύκα
Έμεινε βρόγχος μόνος το χι

Ξέρω απ’το τότε τι θα μείνει
Μια ζωγραφιά ένα μακό
Στον τοίχο μια στραβή σελήνη
Στον στίχο η άλως φονικό

Δεν θέλω τίποτα-αυτό είναι Όλο
Πλοίο εναέριο δένει στη Μέκκα
Βγάζω τις σφαίρες απ’το πυροβόλο
Μετράω τις μέρες από το «Δέκα»

Ξέρω το τώρα τι θ’αφήσει
Παράλια όρη πανιά σκισμένα
Δεν είναι όροι για να ελπίσει
Κανείς σε όνειρα απελπισμένα

Είναι ένα τρένο χωρίς βαγόνια
Αυτό που ζήσαμε~τόσο ηχηρό
Μείναν στη ράγα δυο μαύρα πιόνια
Θλιμμένη Πράγα σε στιχηρό

Ιούνης…ανθίζουνε οι μέντες
Πιάνονται άστρα στ’αλμυρίκια
Όσες σου είπα πικρές κουβέντες
Φτύσ'τες και πέταξε χαλίκια

Άκου θροϊζουνε τα στάχυα
Πηγαινοέρχονται με τον Νοτιά
Κι ενώ ανασαίνω μόνο με βράγχια
Κοιμάται δίπλα μου η Φωτιά